- ανδρυάλη
- (andryala). Ετήσια ή διετής πόα, με κίτρινα άνθη, που ανήκει στην οικογένεια των συνθέτων. Είναι φυτό ιθαγενές των παραμεσόγειων χωρών. Υπάρχουν 15 είδη, από τα οποία η α. η οδοντωτή φυτρώνει και στην Ελλάδα, σε παραθαλάσσιες χέρσες εκτάσεις. Χρησιμοποιείται ως λαχανικό.
Dictionary of Greek. 2013.